- πολιτικωτάτων
- πολῑτικωτάτων , πολιτικόςoffem gen superl plπολῑτικωτάτων , πολιτικόςofmasc/neut gen superl pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.